Category

Το χωριό μας

Category
Ένας τρόπος για να γνωρίσουμε καλύτερα τον τόπο μας είναι να
ξέρουμε και τη σημασία των λέξεων που τον προσδιορίζουν.
                     ( γράφει  ο Παναγιώτης Β. Σαλαγιάννηςpsalagiannis@yahoo.gr
Η εννοιολογική προσέγγιση των λέξεων δεν είναι πάντα προφανής και για να κατανοήσουμε το περιεχόμενο τους χρειάζεται να καταφύγουμε τόσο στην ετυμολογία όσο και στην παράδοση. Στο σύντομο αυτό δημοσίευμα μου θα προσπαθήσω να δώσω την προέλευση (ετυμολογία) και τη σημασία των λέξεων:
Τροβάτον, Ντεληδήμου, Μπίνας, Τσιρλιάρα, Μορφοπλάι, Αφορισμένη.

α.  Τροβάτον (<τρι(σ)[<τρεις-τρία] + βατόν<βαίνω < τριβάτον <Τροβάτον: Η λέξη προέρχεται πιθανότατα από το τρι(σ)- ως α΄ συνθετικό ( που δηλώνει ότι η έννοια του β΄ συνθετικού υπάρχει ή γίνεται τρεις φορές ή επιτείνει την έννοια του β΄ συνθετικού) + βατόν<βαίνω. Στην περίπτωση αυτή το α΄ συνθετικό λειτουργεί και με τις δυο έννοιές του, δηλαδή και επιτείνει κυρίως την έννοια του β΄ συνθετικού, αλλά και προσδιορίζει την τριπλή δυνατότητα της περιοχής Τροβάτου. Επομένως Τροβάτον σημαίνει μέρος πολύ βατό, μέρος ομαλό, αλλά και μέρος που έχει τρεις προσβάσεις (ή εξόδους). Και πράγματι η περιοχή του Τροβάτου είναι η πιο ομαλή, η πιο βατή συγκριτικά με τις άλλες κοντινές αγραφιώτικες περιοχές. Έχει, επίσης, και τρεις εύκολες, βατές διόδους (προσβάσεις): προς το Πετρίλο, Μουζάκι, Καρδίτσα και τη Θεσσαλία γενικότερα, προς το Καρπενήσι και την Αιτωλοακαρνανία και προς την Άρτα.

Η ονομασία του χωριού αρχικά ήταν Τριβάτον, όπως επιβεβαιώνεται και από την αφήγηση του Αναστασίου Γόρδιου του Βραγγιανίτη (1654-1729) για το δάσκαλό του Ευγένιο Γιαννούλη (1597-1682). Ο Γόρδιος αναφέρει ότι ο ιερομόναχος Αρσένιος ο εξ Αγράφων παρέλαβε το νεαρό Ευγένιο Γιαννούλη από τη μονή Βλοχού και μαζί έφτασαν στη μονή (μονύδριο) της Παναγίας Τροβάτου, που τότε λεγόταν Τριβάτον. Ειδικότερα αναφέρει: “Ην δε το μονύδριον εκείνο έγγιστα που τινός των εν Αγράφοις χωρίων, Τριβάτου καλουμένου…”. Με την πάροδο, βέβαια, του χρόνου έχουμε τη φωνητική μετεξέλιξη από Τριβάτον σε Τροβάτον με την τροπή του ι σε ο.
Η προέλευση της λέξης Τροβάτον από τις λέξεις τρίβος ή τορβάς – τροβάς ή τη φράση προβάτων (τόπος) και παραφθορά της λέξης προβάτων σε ακουστική-φραστική μετεξέλιξη Τροβάτον δε φαίνεται πειστική. Επίσης, ως παντελώς ανεδαφική πρέπει να θεωρηθεί και η εκτίμηση ότι προέρχεται από το ιταλικό Trovatore, που θα πει εύρημα.
β. Ντεληδήμου (Ντεληδήμ) [<Ντελής+Δήμος]: Το βουνό πήρε την ονομασία του από το όνομα κάποιου τσέλιγκα, του Ντεληδήμου. Η λέξη είναι σύνθετη από τις λέξεις: Ντελής (=τρελός) και τη λέξη -κύριο όνομα- Δήμος. Άρα η λέξη Ντεληδήμος σημαίνει τρελο-δήμος. Το βουνό αυτό έχει ύψος 2.164 μέτρα.
Η παράδοση αναφέρει ότι ο τσέλιγκας Ντεληδήμος ήταν γνωστός ως ιδιόρρυθμος, ιδιότροπος και κυρίως ως μεγάλος τσιγκούνης. Σπανίως άφηνε ανθρώπους να πλησιάζουν στο κοπάδι του και σπανιότερα προσέφερε φιλοξενία. Αυτή του η νοοτροπία και ιδιαίτερα η ιδιότητα του τσιγκούνη ερχόταν σε ολοφάνερη αντίθεση με τη φιλοξενία των άλλων τσελινκάδων, οι οποίοι με μεγάλη προθυμία έδιναν γάλα και τυρί σε όποιον περνούσε από τη στάνη τους. Εξαιτίας, ενδεχομένως, της τσιγκουνιάς του Ντεληδήμου διασώζεται ακόμη στο στόμα των κατοίκων το δίστιχο:
«Στου Ντεληδήμου το μαντρί
ούτε γάλα ούτε τυρί»

γ. Μπίνας
(<μπινεύω): Η λέξη προέρχεται από το ρήμα μπινεύω που σημαίνει καβαλικεύω. Πράγματι ο Μπίνας είναι εκείνο το μέρος που προσφερόταν για να καβαλικέψει κάποιος το ζώο για το χωριό, επειδή το έδαφος ήταν ομαλότερο από εκεί μέχρι το χωριό. Μέχρι το μέρος αυτό υπάρχουν απότομες κατωφέρειες και εμείς οι ορεινοί γνωρίζουμε ότι στην κατηφόρα και τα ανώμαλα μέρη δεν καβαλικεύουμε τα ζώα.

δ.  Τσιρλιάρα (<τσίρλα): Η λέξη προέρχεται από τη λέξη τσίρλα που σημαίνει το υδαρές κόπρανα της διάρροιας. Η περιοχή ονομαζόταν τσιρλιάρα, γιατί, λόγω του πολύ κρύου νερού της, προκαλούνταν συχνές διάρροιες όχι μόνο στα ζώα αλλά και στους ανθρώπους που έπιναν νερό στην περιοχή αυτή. Λέγεται – και εμείς οι Τροβατιανοί το ξέρουμε καλά -ότι σπάνια κάποιος μπορεί να πιει πάνω από τρεις γουλιές νερό. Τόσο κρύο είναι! Η παράδοση, μάλιστα, αναφέρει ότι έφτασε εκεί κάποιος καταγόμενος από τα πεδινά μέρη της Θεσσαλίας (καραγκούνης) και καθώς ήταν κουρασμένος από το δρόμο και διψασμένος ήπιε νερό και αμέσως τον έπιασε διάρροια (μτφ. τοιρλ.Γτ~-κε) και μετά από λίγο πέθανε.

ε.  Μορφοπλάι  (<ομορφοπλάι <όμορφο + πλάι = πλαγιά): σημαίνει όμορφη πλαγιά. Πραγματικά η πλαγιά αυτή είναι όμορφη και το τοπίο σε όλη του την έκταση είναι ήμερο, γαλήνιο και συναρπαστικά προκλητικό για όποιον αγαπά την πεζοπορία. Το Μορφοπλάι γοητεύει το βλέμμα μας και βελτιώνει την αισθητική μας.

στ. Αφορισμένη (<αφορίζω <από + ορίζω): Η Αφορισμένη είναι η μακρόστενη ράχη ΒΔ του Τροβάτου και είναι πολύ γνωστή περιοχή στους Τροβατιανούς. Η λέξη είναι ουσιαστικοποιημένη μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος αφορίζω (= αναθεματίζω, αποκηρύσσω, ξεχωρίζω). Η λέξη αφορισμένη (ενν. περιοχή) σημαίνει αναθεματισμένη, καταραμένη (ενν. περιοχή). Πα την ονομασία της υπάρχουν πολλές απόψεις, που πολλές φορές είναι και αντιφατικές. Παραθέτουμε μερικές:

Οι ντόπιοι ονόμαζαν την περιοχή έτσι, γιατί δεν προσφερόταν για να στήσει κανείς εκεί τη στάνη του. Ο παππούς μου έλεγε ότι τα χόρτα της περιοχής προκαλούσαν διάρροιες στα πρόβατα και, αν βοσκούσαν εκεί πολύ χρόνο, ψοφούσαν. Τόσο ο πατέρας μου, ο Βασίλης Σαλαγιάννης, όσο και ο μπάρμπα Γιώργος του Κωσταντέλλου Σαλαγιάννη,  μου είχαν πει ότι την άνοιξη, που επέστρεφαν από τα χειμαδιά με τα κοπάδια τους, ποτέ δεν άφηναν για πολύ τα πρόβατα τους να βοσκήσουν στην Αφορισμένη, αλλά περνούσαν το μέρος αυτό όσο πιο γρήγορα μπορούσαν.
Η παράδοση αναφέρει, επίσης, ότι ο πατρο-Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779), σ’ ένα από τα ταξίδια του, πέρασε από την περιοχή αυτή. Στο μέρος αυτό υπήρχε μια στάνη. Ο πατρο-Κοσμάς, νηστικός και εξαντλημένος από την πορεία σε ανώμαλο έδαφος, κατευθύνθηκε προς τη στάνη να ξεκουραστεί και να ζητήσει λίγο γάλα. Οι τσοπάνηδες αποδείχτηκαν αφιλόξενοι και κακοί. Όχι μόνο δεν τον δέχτηκαν και δεν του έδωσαν γάλα, αλλά παρακίνησαν τα σκυλιά τους να χυμήξουν επάνω του, με αποτέλεσμα να κα-ταξεσχίσουν τα ράσα του. Ο πατρο-Κοσμάς, αγανακτισμένος από την αφιλόξενη στάση των τσοπάνηδων, τους καταράστηκε και τα πρόβατα τους έγιναν όρνια, όπως λέει η παράδοση. Και πράγματι, γνώρισμα της περιοχής είναι τα πολλά και μεγάλα όρνια. Έτσι οι τσοπάνηδες έμειναν χωρίς πρόβατα και από τότε δεν ξανά στέριωσε στάνη εκεί. Το περιστατικό αυτό τοποθετείται το 1775-1776, δηλαδή τρία ή τέσσερα χρόνια, πριν οι Τούρκοι θανατώσουν με απαγχονισμό τον Πατροκοσμά.
Ο Στέφανος Γρανίτσας αναφέρει πως το περιστατικό αυτό δεν έγινε με τον Πατροκοσμά, αλλά με τον Αη-Θανάση τον εξομολογητή.
Πιθανόν η παράδοση δημιουργήθηκε για να δικαιολογήσει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει κάποιος να φτιάξει εκεί τη στάνη του. Φυσικά η παράδοση έρχεται σε αντίθεση με το φιλόξενο πνεύμα των κατοίκων της περιοχής μας και γι’ αυτό εμείς οι Τροβατιανοί αναφέρουμε τη σχετική παράδοση, αλλά δυσπιστούμε ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της.
Η Αφορισμένη συνδέεται στην προφορική παράδοση και με τον Κατσαντώνη. Σύμφωνα, λοιπόν, με μία προφορική παράδοση, όταν οι Τούρκοι έπιασαν τον Κατσαντώνη και τον πήγαιναν για τα Γιάννενα, τον πέρασαν από το Τροβάτο. Παραθέτω ένα απόσπασμα από την αφήγηση κάποιου Πάνου Ρούμπου, που το έχει καταγράψει ο Δ. Λουκόπουλος:
«…Τους έδεσαν (δηλαδή τον Κατσαντώνη και το Γιώργο Χασιώ-τη), τους πήραν και πάνε. Ο Αντώνης (δηλ. ο Κατσαντώνης) πήγαινε καβάλα, γιατί ήταν άρρωστος και δεν μπορούσε πεζός. Έφτασαν σε κάποια ράχη.
— Τούρκοι, κρατάτε τ’ άλογα, λέει ο Κατσαντώνης. Να τραγουδήσω τα βουνά και τις κοντοραχού-λες. Δομούτε το τουφέκι μου.
Του το ‘δωσαν. Αυτουνού ήταν άλλος ο σκοπός. Ήξερε πως οι σύντροφοι γνώριζαν τη λαλιά από το τουφέκι του. Θα ‘κουγαν και θα έτρεχαν μπροστά και θα τον γλίτωναν από τα τούρκικα χέρια. Έριξε τρεις τουφεκιές. «Έχετε γεια ψηλά βουνά» είπε. Το άλογο το πήγαινε σέρνοντας ο Τούρκος κι αυτός όλο κοίταζε. Από κάπου θα φανούν, έλεγε από μέσα του. Ώσπου έφτασαν στην Αφορισμένη σπηλιά, απάνω από το Τροβάτο, η ελπίδα δεν τον απάφηνε. Από ‘κεί και πέρα απελπίστηκε.
Ο Λεπενιώτης άκουσε τις τουφεκιές… Έτρεξε με τους συντρόφους του και έπιασαν μια διάβα. Περίμεναν αλλά οι Τούρκοι ήταν προδιαβασμένοι τότε. Από την πέρα ράχη τους είδε ο Αντώνης, αλλά τι όφελος τότε!».
Αυτή είναι μια προφορική αφήγηση ενός απλού ανθρώπου, όπως την άκουσε και αυτός από τους γονείς του. Πιθανότατα με τη φράση «Αφορισμένη σπηλιά» να εννοείται κάποιο μέρος της Αφορισμένης. Είναι ασφαλώς γνωστό ότι η προφορική παράδοση δεν είναι ιστορία, μπορεί όμως να ενυπάρχει σ’ αυτή και κάποιος ιστορικός απόηχος.
Αν πράγματι πέρασαν τον Κατσαντώνη από το Τροβάτο, πηγαίνοντας τον για τα Γιάννενα, αυτό πρέπει, πιθανότατα, να έγινε τον Αύγουστο του 1808.